lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έχω στα δανική

Λέξη:
έχω (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
æde, eje, få, ha, have, spise, æra, må, besidde
Σχετικές λέξεις:
δανική έχω, έχω όλους τους δίσκους τους, έχω τρελαθεί μαζί σου στίχοι, έχω τρελαθεί μαζί σου, έχω εσένα, έχω γιορτή, έχω στα δανική, æde στα ελληνικά
έχω στα δανική