lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έχω στα ρωσικά

Λέξη:
έχω (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (5):
есть, иметь, кушать, владеть, обладать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά έχω, έχω όλους τους δίσκους τους, έχω τρελαθεί μαζί σου στίχοι, έχω τρελαθεί μαζί σου, έχω εσένα, έχω γιορτή, έχω στα ρωσικά, есть στα ελληνικά
έχω στα ρωσικά