lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυξάνω στα νορβηγικά

Λέξη:
αυξάνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (18):
animert, anspore, egge, forhøye, forstørre, forøke, gro, pirre, stige, stimulere, tillaga, tilta, utvida, utvide, vokse, øka, øke, økning
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά αυξάνω, αυξάνω συνώνυμα, αυξάνω παρατατικος, αυξάνω μετάφραση, αυξάνω αύξησα, αυξάνω ή αυξάνομαι, αυξάνω στα νορβηγικά, animert στα ελληνικά
αυξάνω στα νορβηγικά