lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δρομολόγιο στα νορβηγικά

Λέξη:
δρομολόγιο (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (5):
rute, led, linje, veg, vei
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά δρομολόγιο, δρομολόγιο χ93, δρομολόγιο τραμ, δρομολόγιο οσε, δρομολόγιο μετρό, δρομολόγιο λεωφορείων, δρομολόγιο στα νορβηγικά, rute στα ελληνικά
δρομολόγιο στα νορβηγικά