lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δρομολόγιο στα ουκρανικά

Λέξη:
δρομολόγιο (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
маршрут, накладна, путь, траса
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά δρομολόγιο, δρομολόγιο χ93, δρομολόγιο τραμ, δρομολόγιο οσε, δρομολόγιο μετρό, δρομολόγιο λεωφορείων, δρομολόγιο στα ουκρανικά, маршрут στα ελληνικά
δρομολόγιο στα ουκρανικά