lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δρομολόγιο στα βουλγαρικά

Λέξη:
δρομολόγιο (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
маршрут, път
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά δρομολόγιο, δρομολόγιο χ93, δρομολόγιο τραμ, δρομολόγιο οσε, δρομολόγιο μετρό, δρομολόγιο λεωφορείων, δρομολόγιο στα βουλγαρικά, маршрут στα ελληνικά
δρομολόγιο στα βουλγαρικά