lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δρομολόγιο στα φινλανδικά

Λέξη:
δρομολόγιο (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (6):
kulkureitti, kulkuväylä, polku, reitti, tie, ura
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά δρομολόγιο, δρομολόγιο χ93, δρομολόγιο τραμ, δρομολόγιο οσε, δρομολόγιο μετρό, δρομολόγιο λεωφορείων, δρομολόγιο στα φινλανδικά, kulkureitti στα ελληνικά
δρομολόγιο στα φινλανδικά