δόντι στα αγγλικά δόντι στα τσεχική δόντι στα γερμανικά δόντι στα δανική δόντι στα ισπανικά δόντι στα γαλλικά δόντι στα ιταλικά δόντι στα ρωσικά δόντι στα αλβανικά δόντι στα βουλγαρικά δόντι στα λευκορωσίας δόντι στα φινλανδικά δόντι στα κροατικά δόντι στα ουγγρική δόντι στα λιθουανική δόντι στα πορτογαλικά δόντι στα ρουμανική δόντι στα σλοβενική δόντι στα ουκρανικά δόντι στα πολωνική δόντι στα σουηδικά δόντι στα εσθονική δόντι στα σλοβακική
γρήγορος στα ουκρανικά εξερευνώ στα νορβηγικά ληστεία στα αγγλικά πόδι στα δανική λαθρέμπορος στα γερμανικά
ο λαθρέμπορος πόδι του αθλητή γρήγορος συνώνυμο εξερευνώ το ανθρώπινο σώμα