lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευνοϊκός στα νορβηγικά

Λέξη:
ευνοϊκός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (4):
gagnlig, innbringende, lukrativ, nyttig
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ευνοϊκός, ευνοϊκός συνώνυμο, ευνοϊκός αντίθετο, ευνοϊκός αντίθετα, ευνοϊκός στα νορβηγικά, gagnlig στα ελληνικά
ευνοϊκός στα νορβηγικά