lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευνοϊκός στα γερμανικά

Λέξη:
ευνοϊκός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (9):
dienlich, förderlich, gewinnbringend, günstig, gut, nützlich, positiv, vorteilhaft, zuträglich
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ευνοϊκός, ευνοϊκός συνώνυμο, ευνοϊκός αντίθετο, ευνοϊκός αντίθετα, ευνοϊκός στα γερμανικά, dienlich στα ελληνικά
ευνοϊκός στα γερμανικά