lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευνοϊκός στα τσεχική

Λέξη:
ευνοϊκός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (8):
lukrativní, příznivý, prospěšný, rentabilní, úspěšný, vhodný, výhodný, výnosný
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ευνοϊκός, ευνοϊκός συνώνυμο, ευνοϊκός αντίθετο, ευνοϊκός αντίθετα, ευνοϊκός στα τσεχική, lukrativní στα ελληνικά
ευνοϊκός στα τσεχική