lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευνοϊκός στα σουηδικά

Λέξη:
ευνοϊκός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (6):
gagnlig, gynnsam, lönande, lönsam, lukrativ, nyttig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ευνοϊκός, ευνοϊκός συνώνυμο, ευνοϊκός αντίθετο, ευνοϊκός αντίθετα, ευνοϊκός στα σουηδικά, gagnlig στα ελληνικά
ευνοϊκός στα σουηδικά