lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καταναλώνω στα νορβηγικά

Λέξη:
καταναλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (6):
konsumere, konsumert, tære, fortære, innta, bruke
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά καταναλώνω, καταναλώνω χωρίς μεσάζοντες, καταναλώνω συνώνυμο, καταναλώνω συνώνυμα, καταναλώνω στα αγγλικα, καταναλώνω λεξικο, καταναλώνω στα νορβηγικά, konsumere στα ελληνικά
καταναλώνω στα νορβηγικά