lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όπλο στα νορβηγικά

Λέξη:
όπλο (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (8):
gevær, skytevåpen, våpen, verge, børse, bøssa, karabin, rifle
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά όπλο, όπλο στα νορβηγικά, gevær στα ελληνικά
όπλο στα νορβηγικά