lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όπλο στα πορτογαλικά

Λέξη:
όπλο (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
arma, carabina, espingarda, fuzil, rifle
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά όπλο, όπλο στα πορτογαλικά, arma στα ελληνικά
όπλο στα πορτογαλικά