lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όπλο στα πολωνική

Λέξη:
όπλο (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
broń, karabin
Σχετικές λέξεις:
πολωνική όπλο, όπλο στα πολωνική, broń στα ελληνικά
όπλο στα πολωνική