lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ορφανός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
orphan
ορφανός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
osiřelý, sirotek
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
waise, waisenhaus, waisenkind
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
huérfano, pupilo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
orphelin, orpheline
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
orfano
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сирота
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
jetim
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
orpo
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
árva, árvagyerek
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
našlaitis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
órfão
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сирота
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
sierota

Σχετικές λέξεις

ορφανός ηθοποιός, ορφανός ραμολιμέντα, ορφανός στέλιος, ορφανός γεώργιος, ορφανός πέτρος, ορφανός βουτσάς, ορφανός γιώργος facebook, ορφανός τον βουτσά, ορφανός στυλιανός