lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γενικός στα ουγγρική

Λέξη:
γενικός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (10):
vezérezredes, fő, kéménytoldat, központi, legfőbb, remek, általános, közös, összes, teljes
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική γενικός, γενικός επιθεωρητής δημόσιας διοίκησης λέανδρος ρακιντζής, γενικός επιθεωρητής δημόσιας διοίκησης, γενικός διευθυντής, γενικός δείκτης χα, γενικός γραμματέας πολιτικής προστασίας, γενικός στα ουγγρική, vezérezredes στα ελληνικά
γενικός στα ουγγρική