lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γενικός στα γερμανικά

Λέξη:
γενικός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (14):
allgemein, erstens, feldherr, general, generell, grundlegend, hauptsächlich, kapital, primär, vordere, vorzüglich, wesentlich, zentral, zuerst
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά γενικός, γενικός επιθεωρητής δημόσιας διοίκησης λέανδρος ρακιντζής, γενικός επιθεωρητής δημόσιας διοίκησης, γενικός διευθυντής, γενικός δείκτης χα, γενικός γραμματέας πολιτικής προστασίας, γενικός στα γερμανικά, allgemein στα ελληνικά
γενικός στα γερμανικά