lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γενικός στα ρωσικά

Λέξη:
γενικός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (10):
ведущий, всеобщий, генерал, генеральный, главный, капитал, общ, общий, огульный, основной
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά γενικός, γενικός επιθεωρητής δημόσιας διοίκησης λέανδρος ρακιντζής, γενικός επιθεωρητής δημόσιας διοίκησης, γενικός διευθυντής, γενικός δείκτης χα, γενικός γραμματέας πολιτικής προστασίας, γενικός στα ρωσικά, ведущий στα ελληνικά
γενικός στα ρωσικά