lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εργαλείο στα ουγγρική

Λέξη:
εργαλείο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
eszköz, szerszám, készülék, műszer
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική εργαλείο, εργαλείο συλλογής δεδομένων, εργαλείο καθαρισμού αρμών πλακιδίων, εργαλείο επιδιόρθωσης εισερχομένων, εργαλείο για τρύπες σε δέρμα, εργαλείο αφαίρεσης κακόβουλου λογισμικού των windows, εργαλείο στα ουγγρική, eszköz στα ελληνικά
εργαλείο στα ουγγρική