lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εργαλείο στα φινλανδικά

Λέξη:
εργαλείο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (9):
ase, kalu, työkalu, välikappale, väline, vehje, aparaatti, koje, laite
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά εργαλείο, εργαλείο συλλογής δεδομένων, εργαλείο καθαρισμού αρμών πλακιδίων, εργαλείο επιδιόρθωσης εισερχομένων, εργαλείο για τρύπες σε δέρμα, εργαλείο αφαίρεσης κακόβουλου λογισμικού των windows, εργαλείο στα φινλανδικά, ase στα ελληνικά
εργαλείο στα φινλανδικά