lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διαβεβαιώνω στα ρωσικά

Λέξη:
διαβεβαιώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (3):
подтверждать, удостоверять, констатировать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά διαβεβαιώνω, διαβεβαιώνω συνώνυμα, διαβεβαιώνω μεταφραση, διαβεβαιώνω english, διαβεβαιώνω στα ρωσικά, подтверждать στα ελληνικά
διαβεβαιώνω στα ρωσικά