lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εργαλείο στα λευκορωσίας

Λέξη:
εργαλείο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (7):
інструмент, снасьць, апарат, машына, прыбор, прыстасаванне, прыстасоўванне
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας εργαλείο, εργαλείο συλλογής δεδομένων, εργαλείο καθαρισμού αρμών πλακιδίων, εργαλείο επιδιόρθωσης εισερχομένων, εργαλείο για τρύπες σε δέρμα, εργαλείο αφαίρεσης κακόβουλου λογισμικού των windows, εργαλείο στα λευκορωσίας, інструмент στα ελληνικά
εργαλείο στα λευκορωσίας