lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρέκλα στα ουγγρική

Λέξη:
καρέκλα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
karosszék, szék
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική καρέκλα, καρέκλα φαγητού, καρέκλα σκηνοθέτη, καρέκλα μασάζ, καρέκλα θηλασμού, καρέκλα επισκέπτη, καρέκλα στα ουγγρική, karosszék στα ελληνικά
καρέκλα στα ουγγρική