lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μολύνω στα ουγγρική

Λέξη:
μολύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
bemocskolni, beszennyezni, megfertőz
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική μολύνω, μολύνω συνώνυμο, μολύνω συνώνυμα, μολύνω στα αγγλικα, μολύνω παρατατικός, μολύνω μολυνει μολύνει, μολύνω στα ουγγρική, bemocskolni στα ελληνικά
μολύνω στα ουγγρική