lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μολύνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
μολύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
contagiar, infectar, contaminar, aprestar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μολύνω, μολύνω συνώνυμο, μολύνω συνώνυμα, μολύνω στα αγγλικα, μολύνω παρατατικός, μολύνω μολυνει μολύνει, μολύνω στα πορτογαλικά, contagiar στα ελληνικά
μολύνω στα πορτογαλικά