lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μολύνω στα πολωνική

Λέξη:
μολύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (4):
zakazić, zanieczyszczać, zarażać, zarazić
Σχετικές λέξεις:
πολωνική μολύνω, μολύνω συνώνυμο, μολύνω συνώνυμα, μολύνω στα αγγλικα, μολύνω παρατατικός, μολύνω μολυνει μολύνει, μολύνω στα πολωνική, zakazić στα ελληνικά
μολύνω στα πολωνική