lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σοκ στα πολωνική

Λέξη:
σοκ (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
cios, szok
Σχετικές λέξεις:
πολωνική σοκ, σοκ φμ, σοκ συνωνυμα, σοκ στο πλατό της ελένης - λιποθυμησε πάλι η γνωστή παρουσιάστρια, σοκ στη λάρισα λαρισαίος πατέρας έβαλε κάμερα για να βρει τα φαντάσματα και έπαθε σοκ με αυτό, σοκ με σκάνδαλο υπνωτισμού κλονίζει το κατάστημα πλαίσιο, σοκ στα πολωνική, cios στα ελληνικά
σοκ στα πολωνική