lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σχεδιάζω στα πολωνική

Λέξη:
σχεδιάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
planować, zamierzać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική σχεδιάζω, σχεδιάζω το σπίτι μου, σχεδιάζω την κουζίνα μου, σχεδιάζω σύνταξη ευέλικτα, σχεδιάζω συνώνυμα, σχεδιάζω ρούχα, σχεδιάζω στα πολωνική, planować στα ελληνικά
σχεδιάζω στα πολωνική