lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σχεδιάζω στα σουηδικά

Λέξη:
σχεδιάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (10):
planera, planlägga, projektera, ämna, åsyfta, avse, avsikt, plan, reflektera, utkast
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά σχεδιάζω, σχεδιάζω το σπίτι μου, σχεδιάζω την κουζίνα μου, σχεδιάζω σύνταξη ευέλικτα, σχεδιάζω συνώνυμα, σχεδιάζω ρούχα, σχεδιάζω στα σουηδικά, planera στα ελληνικά
σχεδιάζω στα σουηδικά