lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μειώνω στα νορβηγικά

Λέξη:
μειώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (14):
avkorta, avmatta, avta, dale, forminske, minke, minska, minske, nedbringa, nedsette, redusere, slakke, svinne, unge
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά μειώνω, μειώνω συνώνυμα, μειώνω στα γαλλικά, μειώνω στα αγγλικά, μειώνω μετάφραση, μειώνω επαναχρησιμοποιώ ανακυκλώνω, μειώνω στα νορβηγικά, avkorta στα ελληνικά
μειώνω στα νορβηγικά