lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευρύχωρος στα ρωσικά

Λέξη:
ευρύχωρος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (6):
масштабный, обширен, обширный, широкий, просторен, просторный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ευρύχωρος, ευρύχωρος στα ρωσικά, масштабный στα ελληνικά
ευρύχωρος στα ρωσικά