lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευρύχωρος στα ισπανικά

Λέξη:
ευρύχωρος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (9):
amplio, ancho, anchuroso, capaz, comprensivo, espacioso, extenso, holgado, vasto
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά ευρύχωρος, ευρύχωρος στα ισπανικά, amplio στα ελληνικά
ευρύχωρος στα ισπανικά