lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανακατεύω στα σουηδικά

Λέξη:
ανακατεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (9):
blanda, blandning, förväxla, förvirra, ingripa, krama, mixa, röra, förbytte
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ανακατεύω, προστακτική ανακατεύω, ανακατεύω συνώνυμα, ανακατεύω στα αγγλικα, ανακατεύω in english, ανακατεύω στα σουηδικά, blanda στα ελληνικά
ανακατεύω στα σουηδικά