lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανακατεύω στα γαλλικά

Λέξη:
ανακατεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (23):
allier, brasser, brouiller, confondre, déconcerter, décontenancer, déferrer, démonter, désajuster, désorienter, détraquer, embrouiller, enchevêtrer, entremêler, immiscer, interloquer, mixtionner, mélanger, mêler, panacher, tripoter, troubler, égarer
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά ανακατεύω, προστακτική ανακατεύω, ανακατεύω συνώνυμα, ανακατεύω στα αγγλικα, ανακατεύω in english, ανακατεύω στα γαλλικά, allier στα ελληνικά
ανακατεύω στα γαλλικά