lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γενναίος στα σουηδικά

Λέξη:
γενναίος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (9):
båld, duktig, modig, styv, tapper, manlig, behjärtad, dristig, vågsam
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά γενναίος, γενναίοσ καινούργιοσ κόσμοσ, γενναίος τηλέμαχος, γενναίος συνώνυμο, γενναίος συνώνυμα, γενναίος ραφτάκος, γενναίος στα σουηδικά, båld στα ελληνικά
γενναίος στα σουηδικά