lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γενναίος στα τσεχική

Λέξη:
γενναίος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (18):
chrabrý, energický, hrdina, mužný, odhodlaný, odvážlivec, odvážný, rozhodný, silný, smělec, smělý, srdnatý, statečný, statný, troufalý, udatný, zmužilý, účinný
Σχετικές λέξεις:
τσεχική γενναίος, γενναίοσ καινούργιοσ κόσμοσ, γενναίος τηλέμαχος, γενναίος συνώνυμο, γενναίος συνώνυμα, γενναίος ραφτάκος, γενναίος στα τσεχική, chrabrý στα ελληνικά
γενναίος στα τσεχική