lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλεονεκτικός στα σουηδικά

Λέξη:
πλεονεκτικός (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (6):
gagnlig, gynnsam, lönande, lönsam, lukrativ, nyttig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά πλεονεκτικός, πλεονεκτικός στα σουηδικά, gagnlig στα ελληνικά
πλεονεκτικός στα σουηδικά