lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αιτία στα ουγγρική

Λέξη:
αιτία (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (13):
elme, felperes, helyes, indíték, intelligencia, jobb, jog, megértés, ok, szellemesség, értelem, ésszerűség, ész
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αιτία, αιτία της ανεργίας, αιτία συνώνυμα, αιτία ρατσισμού, αιτία πολέμου, αιτία και συνέπειες της οργανωσιακής δέσμευσης, αιτία στα ουγγρική, elme στα ελληνικά
αιτία στα ουγγρική