lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αιτία στα ιταλικά

Λέξη:
αιτία (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (20):
cagione, causa, cervello, destro, dritto, esatto, fonte, giudizio, intendimento, mente, motivazione, motivo, origine, provenienza, ragione, razione, retto, senno, sorgente, spirito
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά αιτία, αιτία της ανεργίας, αιτία συνώνυμα, αιτία ρατσισμού, αιτία πολέμου, αιτία και συνέπειες της οργανωσιακής δέσμευσης, αιτία στα ιταλικά, cagione στα ελληνικά
αιτία στα ιταλικά