lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανάχωμα στα τσεχική

Λέξη:
ανάχωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (16):
banka, bankovní, břeh, hrana, kraj, lavička, lem, mělčina, obruba, okraj, pobřeží, pokraj, sedátko, stráň, svah, útes
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ανάχωμα, ανάχωμα συνώνυμο, ανάχωμα συνώνυμα, ανάχωμα στην κρίση, ανάχωμα ορισμός, ανάχωμα λεξικο, ανάχωμα στα τσεχική, banka στα ελληνικά
ανάχωμα στα τσεχική