lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανάχωμα στα ρωσικά

Λέξη:
ανάχωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (11):
банковский, банковый, берег, кайма, край, кромка, ободок, обрез, откос, скамья, эскарп
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ανάχωμα, ανάχωμα συνώνυμο, ανάχωμα συνώνυμα, ανάχωμα στην κρίση, ανάχωμα ορισμός, ανάχωμα λεξικο, ανάχωμα στα ρωσικά, банковский στα ελληνικά
ανάχωμα στα ρωσικά