lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εκτελώ στα τσεχική

Λέξη:
εκτελώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (31):
budovat, cvik, dokončit, hrát, konat, naplnit, plnit, popravit, provádět, provést, přednést, realizovat, sestrojit, skončit, splnit, splňovat, stavět, tvořit, udělat, ukončit, uskutečnit, vybudovat, vykonat, vykonávat, vyplnit, vyplňovat, vyrobit, vyrábět, zastávat, zhotovit, způsobit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική εκτελώ, ρήμα αποτελώ, εκτελώ χρέη, εκτελώ φωνητικές ασκήσεις, εκτελώ συνώνυμο, εκτελώ στα αγγλικά, εκτελώ στα τσεχική, budovat στα ελληνικά
εκτελώ στα τσεχική