lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θεραπεύω στα τσεχική

Λέξη:
θεραπεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (26):
bavit, debatovat, diskutovat, hojit, hostit, hovořit, jednat, léčit, obchod, ošetřit, ošetřovat, pojednat, pojednávat, počastovat, prohovořit, projednávat, rokovat, rozmlouvat, rozprávět, uzdravit, uzdravovat, vyjednávat, zacházet, zhojit, zpracovávat, častovat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική θεραπεύω, θεραπεύω συνώνυμο, θεραπεύω συνώνυμα, θεραπεύω στα αρχαία, θεραπεύω κλίση, θεραπεύω αρχαια, θεραπεύω στα τσεχική, bavit στα ελληνικά
θεραπεύω στα τσεχική