lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νεότητα στα τσεχική

Λέξη:
νεότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (8):
dorost, dospívání, jinošství, mládež, mladost, mladík, mladistvý, mladý
Σχετικές λέξεις:
τσεχική νεότητα, νεότητα χωρίς νιάτα, νεότητα ορισμός, νεότητα θήρας, νεότητα ζωγράφου, νεότητα ερμιονίδας, νεότητα στα τσεχική, dorost στα ελληνικά
νεότητα στα τσεχική