lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εκπλήσσω στα φινλανδικά

Λέξη:
εκπλήσσω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (5):
hämmästys, hämmästyttää, hölmistyttää, ihmetyttää, yllättää
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά εκπλήσσω, ρήμα εκπλήσσω, να εκπλήσσω, με εκπλήσσω, εκπλήσσω συνωνυμο, εκπλήσσω συνωνυμα, εκπλήσσω στα φινλανδικά, hämmästys στα ελληνικά
εκπλήσσω στα φινλανδικά