lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εκπλήσσω στα δανική

Λέξη:
εκπλήσσω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (3):
forvirre, overraske, overrumple
Σχετικές λέξεις:
δανική εκπλήσσω, ρήμα εκπλήσσω, να εκπλήσσω, με εκπλήσσω, εκπλήσσω συνωνυμο, εκπλήσσω συνωνυμα, εκπλήσσω στα δανική, forvirre στα ελληνικά
εκπλήσσω στα δανική