lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκέφτομαι στα φινλανδικά

Λέξη:
σκέφτομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (13):
aikoa, ajatella, arvella, heijastaa, istuttaa, juurruttaa, kummastus, laskea, luulla, miettiä, pitää, tuomita, uskoa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά σκέφτομαι, σκέφτομαι σωστά νιώθω καλά, σκέφτομαι μα δεν υπάρχω, σκέφτομαι και γράφω ε δημοτικού, σκέφτομαι και γράφω γ δημοτικού, σκέφτομαι και γράφω β δημοτικού, σκέφτομαι στα φινλανδικά, aikoa στα ελληνικά
σκέφτομαι στα φινλανδικά