lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: φυσικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
naturally
φυσικά
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
ovšem, přirozeně, samozřejmě
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
freilich, naturgetreu, natürlich, unbefangen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
naturligvis, selvfølgelig
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
naturalmente, supuesto
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bien, naturellement, évidement
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
naturalmente
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
naturligvis, selvfølgelig
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
естественно, конечно
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
natyrisht
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
loomulikult
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
természetesen
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
naturalmente
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
prirodzene
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
naturalnie

Σχετικές λέξεις

φυσικά καλλυντικά, φυσικά στ δημοτικού, φυσικά φαινόμενα, φυσικά χαρακτηριστικά νερού και μέθοδοι προσδιορισμού των, φυσικά πρόσωπα, φυσικά συμπληρώματα διατροφής, φυσικά δάκρυα, φυσικά καθαριστικά, φυσικά χαρακτηριστικά νερού, φυσικά αρωματικά χώρου